Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Ο Νόμος του Χωριού.



Αυτή η ιδέα είναι κάπου οκτώ ετών. Τό 'φερα για νουβέλα, τό 'φερα για σενάριο, τελικά έμεινε στο αρχείο μέχρι που σήμερα είπα, δεν περιγράφω την ιδέα σε περίληψη... 










Ο Νόμος του Χωριού
Ένα μικρό διήγημα





Ο Νόμος ήταν πεντακάθαρος, και απλός να τον καταλαβαίνουν όλοι και να μην χρειάζεται επεξήγηση ή αμφισβήτηση.

- Απαγορεύεται η κατασκευή, η χρήση, και η φύλαξη όπλων ή οποιωνδήποτε εργαλείων που να μπορούν να προξενήσουν τον θάνατο οποιουδήποτε ζώντος οργανισμού.

- Απαγορεύεται η ιδιοκτησία. Όλα τα αντικείμενα που βρίσκονται στο χωριό, ή κατασκευάζει οποιοσδήποτε πολίτης του χωριού, και τα αγαθά και τρόφιμα που παράγουν οι πολίτες του χωριού είναι αντικείμενα κοινής χρήσης και κατανάλωσης για όλο το χωριό

- Απαγορεύεται το χρηματικό σύστημα του αριθμητικού ή ποσοστικού τιμήματος για εργασία ή αγαθά.

- Το συμβούλιο των 12 πλέον ηλικιωμένων κατοίκων αποφασίζει ποιοί αποτελούν ομάδες και τι εργασία ανατίθεται σε κάθε ομάδα.

- Η ποινή για παράβαση των τεσσάρων πρώτων νόμων είναι η διαπαντός εξορία του ενόχου από το χωριό.

Άλλα χωριά είχαν άλλους νόμους και πληθυσμούς μεγαλύτερους ή μικρότερους. Μάλιστα σε άλλα χωριά λεγόταν ότι υπήρχαν και κάτοικοι με διαφορετικά χρώματα δέρματος που κανείς εδώ δεν είχε δει. Εγώ βέβαια είχα δει. Το ξέραν καλά ότι είχα δει ανθρώπους με άλλο χρώμα δέρματος. Δεν ξεχνούσαν ούτε στιγμή ότι είχα δει τόσα πράγματα που εκείνοι ποτέ δεν θα έβλεπαν. Δεν ρωτούσαν. Κι αν είχαν περιέργεια δεν το έδειχναν ποτέ. Ούτε τα παιδιά που ερχόντουσαν να διασκεδάσουν ενοχλώντας με μετά από το σχολείο είχαν την παραμικρή περιέργεια να με ρωτήσουν για το παρελθόν. Ίσως το θεωρούσαν άνευ σημασίας, ίσως φοβόντουσαν τους γονείς τους, ή και το συμβούλιο και την εξορία. Από τους πέντε νόμους που είχαν θεσμοθετήσει ο σημαντικότερος γι αυτούς ήταν ο πρώτος. Ακόμα και το φαγητό κοβόταν με τα δόντια για να μην φτιάξουν μαχαίρια.

Εγώ ήμουν από τους Παλιούς. Ο Μόνος που είχε μείνει, δεκαετίες τώρα. Αν και μεγαλύτερος σε ηλικία από όλους στο χωριό δεν επιτρεπόταν σε έναν σαν κι εμένα να καθίσει στο Συμβούλιο. Αλλά όσο έκανα τις δουλειές που ανάθεταν στην ομάδα που με βάζανε, κι ας μπορούσα πια μόνο ξερά χόρτα να πλέξω, δεν τους ενδιέφερε τίποτα άλλο. Σκεφτόμουν καμιά φορά ότι θα το έβρισκαν κρυφά διασκεδαστικό να με βλέπουνε να κάνω δουλειές που για μένα ήταν καταναγκαστικά έργα ενώ για τους άλλους ήταν η ίδια η χαρά και ο σκοπός της ζωής. Η ύπαρξή μου ήταν μάλλον μια συνεχής υπενθύμιση του πόσο καλά έχουν φτιάξει την δική τους τη ζωή και τι τους περίμενε αν επιθυμήσουν ποτέ τον κόσμο που είχε γεννήσει εμένα.

Την ημέρα ζούσα την μόνη ζωή που μου επέτρεπε να επιβιώσω. Τα βράδια ήμουνα πια ελεύθερος στα όνειρά μου, τις αναμνήσεις μου. Καμιά φορά ονειρευόμουνα ότι κουνούσα τα χέρια μου σαν φτερά και πετούσα, πετούσα χωρίς καμιά προσπάθεια, ψηλά, και γύριζα με χάρι γύρω από το χωριό κοιτάζοντάς τους. Έπιανα τον νοτιά και ανέβαινα ψηλότερα ακλουθώντας τον. Και εκεί στο βάθος του ορίζοντα, πέρα από την έρημο έβλεπα το απαγορευμένο μέρος. Τον σκελετό ενός θηρίου που όταν ήμουνα μικρός ζούσα μέσα του. Στους δρόμους του, τα σπίτια του, στα γραφεία των τώρα ερειπωμένων πενηνταόροφων κτηρίων. Ένα θηρίο τρανό της νιότης μου που ξεψύχησε και το έφαγε η έρημος όταν οι άνθρωποι που του έδιναν ζωή πέθαναν, σκοτώθηκαν, ή έφυγαν.

Οι χωριανοί μου τελικά δεν είχαν αποφασίσει αν το σωστό είναι να με μισούν, να με περιφρονούν, ή να με φοβούνται. Ένας, έλεγαν, που επιβίωσε την αρρώστια, τον πόλεμο, την πείνα και τους ήλιους που άναψαν και τα έκαψαν όλα, πρέπει να είναι πολύ δυνατός. Όμως δεν ήμουν. Ήμουν ίσως ο πιο αδύναμος του χωριού και αν είχα επιζήσει το όφειλα σε συμπτώσεις, στην τύχη. Όχι σε καμιά ιδιαίτερη δύναμη. Οι άνθρωποι όμως δεν καταλάβαιναν τι σημαίνει τύχη γιατί η οργανωμένη τους και τέλεια προγραμματισμένη ζωή δεν άφηνε χώρο για την τύχη. Και οι συμπτώσεις τους ήταν αδιάφορες.

Γι αυτό ήμουνα ο απρόσιτος. Το έγκλημά μου ήταν το ότι είχα επιβιώσει. Και όταν οι άλλοι που είχαν επίσης επιβιώσει ξεκίνησαν τις καινούργιες κοινωνίες, και αυτό το χωριό, το πρώτο που έκαναν ήταν να γράψουν τους Νόμους και να ξεχάσουν το παρελθόν. Έφυγαν όμως γρήγορα, από την ραδιενέργεια μέσα στα κύτταρά τους. Μια τύχη ζηλευτή που εγώ δεν είχα.

Αναρωτιόμουν καμιά φορά πόσοι είχαν μείνει, και έκανα μαθηματικά οικοδομήματα ψάχνοντας για απαντήσεις. Από τα 12 δισεκατομμύρια, μετά από τις επιδημίες, τον πόλεμο, τα χρόνια της πείνας και στο τέλος τις πυρηνικές εκρήξεις, τα μαθηματικά μου, μου έλεγαν δεν ήταν δυνατόν να είχαν επιζήσει σε όλο τον πλανήτη πάνω από 25 εκατομμύρια. Το 0,2% του πληθυσμού πριν από την καταστροφή. Και σήμερα, εξήντα χρόνια μετά, πρέπει να υπάρχουν σε όλο τον πλανήτη περίπου 68 εκατομμύρια, σπαρμένοι σε χωριά σα κι αυτό γύρω από την Γη. Και τα 98% θα είχαν γεννηθεί μετά. Δηλαδή, σαν κι εμένα μπορεί να υπάρχουν ακόμα ένα εκατομμύριο, πάρε δώσε εκατό χιλιάδες. Και όλοι πάνω από εξήντα χρονών. Αλλά κι αν τα νούμερά μου ήταν σωστά, δεν είδα κανέναν από αυτούς, εξήντα χρόνια τώρα. Και ήμουν ήδη 17 όταν άρχισε το κακό, και 26 όταν τελείωσε.

Ογδόντα έξι χρονών τον παππού μου τον είχαμε πάει σε ένα πανάκριβο ίδρυμα λουξ, πάνω στην παραλία της Σάντα Μπάρμπαρα. Ο εγγονός του, εγώ, στα 86 μου, μια κοινωνική παρία σε ένα χωριό με πέντε νόμους και 578 χωριανούς.

Καμιά φορά ξαναζούσα σε όνειρο την στιγμή που ήξερα ότι όλα είχαν τελειώσει. Ήμουνα από αυτούς που έψαχναν να βρουν διέξοδο από τις επιδημίες και την πείνα. Έτυχε τότε να επιτηρώ πειράματα πυρηνικής βιολογίας σε περιβάλλον μηδέν βαρύτητας στον Διαστημικό Σταθμό. Έτυχε εκείνη τη στιγμή να έχω σταματήσει τη δουλειά και να κοιτάω από το μικρό παράθυρο το πάντα μεγαλειώδες θέαμα του πλανήτη να γυρνά μπροστά μου. Ωκεανοί και στεριές, βουνά και έρημοι έρχονταν και έφευγαν σε λεπτά της ώρας Κοιτάζοντας τα όλα από ψηλά ποτέ δεν θα καταλάβαινε κανείς ότι είχε γεννήσει ο πλανήτης ένα είδος ζωής που τα είχε αλλάξει όλα. Και στην άκρη του ορίζοντα, πάνω από το γαλάζιο πορφυρό σύνορο, περισσότερα αστέρια απ' όσα χωρούσαν σε ένα πλανητάριο για να βλέπουν τα παιδιά.

Τότε είδα την πρώτη εκτυφλωτική λάμψη. Και μετά άλλη, και άλλη. Λάμψεις που ξεπεταγόντουσαν και φώτιζαν περισσότερο από τον ήλιο, και έσβηναν σιγά-σιγά. Το θέαμα των νεκρικών πυροτεχνημάτων του είδους των ανθρώπων συνεχίστηκε καθώς μπήκαμε στην νύχτα, και συνεχίστηκε καθώς βγήκε πάλι στον ορίζοντα το άστρο της Γής. Κράτησε 87 λεπτά. Και μετά η επιφάνεια της Γης επέστρεψε στην παντοτινή της ειρήνη. Σε λιγότερο από μιάμιση ώρα η περιπέτεια χιλιετηρίδων είχε τελειώσει, και ένα είδος ζωής είχε επιστρέψει στην θέση από όπου είχε ξεκινήσει μετά από τους τελευταίους παγετώνες.

Έξι μήνες μετά, όταν τελείωναν οι προμήθειες, χρησιμοποιήσαμε την σωσίβια λέμβο Σογιούζ και επιστρέψαμε. Προσγειωθήκαμε κάπου στην Αριζόνα. Χάσαμε τον Σκόττ στην προσγείωση. Το Σογιούζ δεν είχε σχεδιαστεί για τρεις επιβάτες. Χωρίσαμε. Έμεινα μόνος. Τώρα ήμουν εδώ καθώς ξύπναγα πάλι από το όνειρο της θύμησης. Είχα ζήσει σαράντα έξι χρόνια σ' αυτό το χωριό, μετά από την περιπλάνηση. Και η ημέρα που ξημέρωνε με είχε κάνει να δω πάλι αυτό το όνειρο.

Το σήμερα ήταν μεγάλη μέρα και περίεργη. Για πρώτη φορά είχε κηρυχτεί μέρα αργίας και όλοι θα μαζευόντουσαν σε μια σπάνια συνέλευση για να αποφασίσουν κάτι για πρώτη φορά. Να τροποποιήσουν ένα νόμο.

Το πιο περίεργο ήταν ότι είχαν ζητήσει από εμένα όχι μόνο να έρθω στην συνέλευση, αλλά να μιλήσω. Καθώς προχωρούσα με βήματα νωχελικά προς την μικρή πεδιάδα ανατολικά από τις καλύβες, όπου θα μαζευόμασταν, άλλοι γύρω μου, κι αυτοί στο δρόμο για τον ίδιο προορισμό, με κοίταζαν κλεφτά, ερωτηματικά, με περισσότερη περιέργεια παρά ανησυχία. Και καμιά φορά κάτι ψιθύριζαν ο ένας στον άλλο.

Τα παιδιά κάθισαν μπροστά. Από πίσω τους οι άντρες και γυναίκες που είχαν ζευγαρώσει. Και πιο πίσω εκείνοι χωρίς ταίρι, ή που ο θάνατος του συντρόφου τους, τους είχε αφήσει μόνους.

Μπροστά σε όλους το Συμβούλιο των Δώδεκα. Όταν όλοι είχαν μαζευτεί, ένας από το συμβούλιο με μάτια γεμάτα φωτιά σηκώθηκε και μίλησε.

- Οι Πέντε Νόμοι είναι καθαροί και αναμφισβήτητοι. Οι άνθρωποι σε αυτό το χωριό έχουν ζήσει καλά επειδή αυτοί οι Νόμοι υπάρχουν. Η Γη μας έχει δώσει πλούσια τους τρόπους να την καλλιεργούμε και με τα αγαθά της να καλυτερεύουμε την ύπαρξή μας. Αλλά το ισοζύγιο της ζωής απειλείται από τους άλλους.

Έκανε ένα βήμα μπροστά και σήκωσε το χέρι του δείχνοντας με έμφαση πέρα από τους λόφους.

- Έρχονται τη νύχτα, ένας-ένας στην αρχή, και τώρα περισσότεροι, για να κλέψουν τις προμήθειές μας και τους καρπούς του ιδρώτα μας. Δεν έχουν Νόμους. Δολοφονούν ζώα για να φάνε. Κλέβουνε για να ζήσουνε.

Σταμάτησε και κοίταξε γύρω του το ακροατήριό του. Μετά έκανε λίγα βήματα πίσω και γύρισε με αέρα θεατρικό προς τ' αριστερά του, κάνοντας ένα νόημα να έρθουν κάποιοι κοντά του.

- Καλέσαμε αυτή την συνέλευση γιατί πρέπει να αποφασίσουμε μαζί. Πριν από τρεις μέρες πιάσαμε έναν από αυτούς.

Δύο χωριανοί κρατούσαν ανάμεσά τους έναν άνθρωπο και πλησίασαν τον ομιλητή για να δουν όλοι τον άνθρωπο. Μια ξαφνική βοή ξαπλώθηκε σαν γρήγορη ανάσα σε όλο το χωριό με το που τον είδαν. Έκπληξη, δυσπιστία, ίσως και φόβος.

Κανείς δεν είχε δει ποτέ λευκό.

Κοίταζαν το δέρμα του, τόσο χλωμό και κοκκινωπό. Τα ξανθά του μαλλιά. Τα γαλάζια μάτια. Οι παλάμες των χεριών μας ήταν λίγο πιο ανοιχτόχρωμες από το επάνω μέρος του χεριού και το υπόλοιπο δέρμα μας, αλλά, ποτέ δεν είχαν φανταστεί έναν άνθρωπο με δέρμα εντελώς χλωμό.

Ίσως η άκρη του χειλιού μου να πρόδωσε ένα σαρκαστικό αλλά εύθυμο χαμόγελο. Όλοι αυτοί οι μαύροι δεν είχαν δει ποτέ λευκό. Εγώ βέβαια είχα δει. Πολλούς. Περισσότερους από εμάς. Μια από αυτούς είχε γίνει γυναίκα μου. Αλλά κανέναν δεν τον ενδιέφερε αυτό. Ήταν απασχολημένοι τώρα να επεξεργάζονται τον περίεργο κλέφτη.

Ο ομιλητής, αφού άφησε μερικές στιγμές για να καταλαγιάσει το ακροατήριο, έδειξε το ρούχο από δέρμα ζώου που κάλυπτε τον κλέφτη από τη μέση μέχρι τους μηρούς.

- Δολοφονούν μόνο και μόνο για να ντυθούν. Κλέβουν. Απειλούν το βιός μας γιατί είναι διαφορετικοί! Κοιτάξτε τον.

Ο κλέφτης μάλλον καταλάβαινε την διάλεκτο καλά, μα δεν φοβόταν γιατί ήξερε τον Πέμπτο Νόμο μας επίσης καλά. Ο ομιλητής συνέχισε:

- Αυτόν πρέπει να τον στείλουμε μακριά από το χωριό ακλουθώντας τον Πέμπτο Νόμο. Δεν μπορούμε να τον αγγίξουμε.

Έδειξε πάλι τον κλέφτη.

- Αλλά άλλοι σαν κι αυτόν, κι αυτός ο ίδιος θα ξανάρθουν βράδυ για να κλέψουν.

Οι δύο που κρατούσαν τον κλέφτη τον έσπρωξαν να τους ακολουθήσει και έφυγαν.

- Μαζευτήκαμε σήμερα σε αυτήν την συνέλευση γιατί πρέπει να αποφασίσουμε κάτι σημαντικό. Και θα μιλήσει ο Παλιός. Θα μας εξιστορήσει έναν κόσμο, τον κόσμο του, που οι Νόμοι μας είναι γραμμένοι για να μην επιστρέψουμε ποτέ εκεί. Θα τον ακούσουμε. Θα μιλήσει όποιος έχει κάτι να πει. Αλλά, στο τέλος, πρέπει να αποφασίσουμε. Ο Πρώτος νόμος δεν μας επιτρέπει να αμυνθούμε. Το συμβούλιο προτείνει μια τροποποίηση όπου η κατασκευή και χρήση συγκεκριμένων και περιορισμένων όπλων θα επιτραπεί μόνο για να μπορούμε να αμυνθούμε, και η χρήση τους θα επιτρέπεται μόνο στα μέλη μιας ομάδας ασφαλείας που θα ορίσει το συμβούλιο. Τώρα θα ζητήσω από τον Παλιό να μας πει τι θυμάται. Μετά η συνέλευση θα ανοίξει για συζήτηση.

Σήκωσα τα μάτια μου και τον κοίταξα. Μετά κοίταξα τους χωριανούς. Ότι και να έλεγα τώρα, η κατάληξη ήταν ήδη προκαθορισμένη. Το πρώτο βήμα της επιστροφής θα ξεκίναγε από σήμερα.



~~~






~~~





Φίλοι μου δεν θα είμαι κοντά σε κομπιούτερ από την Πέμπτη το μεσημέρι μέχρι την Παρασκευή το απόγευμα.




8 σχόλια:

  1. Ωραίος φίλε!
    Πότε πρόλαβες και το δημοσίευσες,μόλις τώρα ήμουν εδώ;;;
    Καλή συνέχεια!

    Σε περιμένω και στο μπλόγκ μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πραγματικά πολύ ωραίο. Στο ιστολόγιό μου είχα μιλήσει για τον έρωτα. Την κινητήριο δύναμη των πάντων. Την επιθυμία αυτών που δεν κατέχουμε, σύμφωνα με το Σωκράτη. Μ' άλλα λόγια την Ανάγκη. Αυτή ξεπήδησε από το Χάος κι έφτιαξε τον κόσμο. Πάντα η ανάγκη είναι που οδηγεί τα βήματά μας. Έτσι κι εδώ. Η Ανάγκη κάνει τους ανθρώπους να αποκηρύξουν τα όπλα, η Ανάγκη κάνει τους ίδιους ανθρώπους να τα ζητήσουν εκ νέου. Είναι ένας κύκλος που δεν πρόκειται να κλείσει ποτέ. Είναι η έμφυτη ορμή προς θάνατο του ανθρώπου. Ίσως το συζητήσουμε αναλυτικότερα στο μέλλον...

    Πολύ καλή ιστορία, καλοφτιαγμένη και ισορροπημένη. Μακάρι όμως να μην είναι και προφητική...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Σ' ευχαριστώ Ύπνε. Γράφω όποτε μου έρχεται και τα δημοσιεύω λίγα-λίγα. Έχω άλλα 4 που περιμένουνε την ώρα τους.




    Δήμο, σ' ευχαριστώ και χαίρομαι που σου άρεσε. Το έχω πολλά χρόνια στο μυαλό μου και μπορεί να βγει και sequel!




    Τελευταίε, είναι δυό-τρία πράγματα που μου αρέσουν πολύ σ΄ αυτήν την ιστορία. Η εικόνα του να παρακολουθείς ένα πυρηνικό πόλεμο από το διάστημα είναι στο μυαλό μου πολλά, πολλά χρόνια. Επίσης, το να γράφεις στο πρώτο πρόσωπο βοηθάει τον αναγνώστη να ταυτίζεται με τον χαρακτήρα που τα διηγείται, και, κατά το τέλος βλέπει ο αναγνώστης ότι η ταύτιση αυτή έγινε με ένα πρόσωπο μαύρο, και ότι το χωριό δεν είναι λευκοί, όπως είχε φυσικά νομίσει ο καθένας διαβάζοντας. Έτσι, έστω και για δευτερόλεπτα, ο συγγραφέας βάζει τον αναγνώστη σε ένα άλλο πετσί. Και ο κλέφτης είναι λευκός. Και μετά συνειδητοποιούμε ότι η κοινωνία του χωριού είχε πράγματι χτιστεί σαν τις κοινωνίες των Αφρικανικών χωριών, και ότι η εντελώς διαφορετική ιδιοσυγκρασία των λευκών κάνει και "τώρα" ότι έκανε στις γύρω κοινωνίες επί χιλιετηρίδες.

    Ο άνθρωπος δεν αλλάζει βιολογικά, και, βλέπω τέλεια τον παραλληλισμό σου και την ανάγκη να μην υπάρχουν όπλα και μετά ανάγκη να υπάρχουν, αλλά η ιστορία λέει και κάτι άλλο: ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ξεπεράσει το θέμα αυτού του διλλήματος γιατί απλά δεν έχει την δύναμη σαν οντότητα.

    Αν είναι προφητικό... ίσως όχι ακριβώς έτσι, αλλά, είναι σίγουρο ότι ή ο άνθρωπος ή η ίδια η Γη θα κάνουν κάτι, όπως έκαναν πάντα στο παρελθόν, για να λύσουν το πρόβλημα των εφτά δισεκατομμυρίων και, που ζουν με δανεικά, παράγοντας όλο και λιγότερα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πολύ ωραίο το διήγημα αν και ο πρώτος νόμος δυστυχώς δεν τον βλέπω να μπορεί να ΄θεωρηθεί εφαρμόσιμος ακόμα και σε διήγημα επιστημονικής φαντασίας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ακριβώς αυτό λέω κι εγώ Αθεόφοβε: ότι και να επιμείνει έστω και μια μικρή κοινότητα δεν θα τα καταφέρει, αργά ή γρήγορα, λόγω της φύσης του ανθρώπου, της βιολογικής φύσης του εγκεφάλου που είναι αδύνατο να υπερπηδήσει το δίλλημα μεταξύ της ανάγκης για το νόμο και της βιωσιμότητας του... Πιστεύουμε ότι εξελισσόμαστε πνευματικά και κοινωνικά, αλλά έχω αρχίσει να αμφιβάλλω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. όλα κύκλους κάνουν τελικά.
    ακόμα και η καταστροφή του κόσμου.
    άλλωστε πόσες φορές καταστράφηκε ο κόσμος μας και πόσες αναγεννήθηκε από τις στάχτες του;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. ria μου, ακριβώς αυτό! Όλα είναι ένας κύκλος, ή ένα σπιράλ που ανεβαίνει περνώντας απ’ τα ίδια μέρη… και έχουμε αποδείξει όλοι οι άνθρωποι ότι η ιστορία δεν διδάσκει τίποτα τις κοινωνίες μας…

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημειώσεις σχετικά με τα σχόλια:

Η Αποθήκη Σκέψης δεν δέχεται "Ανώνυμα" σχόλια, γιατί μερικοί ανώνυμοι διάλεγαν να μην υπογράφουν καν με κάποιο όνομα κάτω από το σχόλιό τους. Ενώ ούτε η μπλογκική ταυτότητα ούτε ένα όνομα γραμμένο κάτω από ένα σχόλιο σημαίνουν τίποτα, η προδίδουν κανένα πραγματικό στοιχείο, η πλήρης ανωνυμία δείχνει απλά έλλειψη οποιουδήποτε σεβασμού προς τους άλλους σχολιαστές. Ζητώ συγγνώμη για αυτήν την αλλαγή από τους φίλους που υπέγραφαν τα ανώνυμα σχόλιά τους και ελπίζω να βρείτε έναν τρόπο να συνεχίσετε να σχολιάζετε όποτε θέλετε.


Για να απαντήσετε σε μεμονωμένα σχόλια, κάντε κλικ στο λινκ "Reply" κάτω από το κάθε σχόλιο. Για να συνεχιστεί η σειρά σχετικών σχολίων κάτω από ένα συγκεκριμένο σχόλιο πρέπει να πατάτε το λινκ "Reply" κάτω από το αρχικό σχόλιο της σειράς.

Για να γράφετε ανεξάρτητο σχόλιο πρέπει να χρησιμοποιείτε το κουτί σχολίων κάτω-κάτω χωρίς να πατάτε "Reply" προηγουμένως.